Καθ. Συνταγματικού Δικαίου: Λύνεται το τελευταίο μεγάλο ζήτημα για τον διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας

9

Την εκτίμηση ότι «λύνεται το τελευταίο μεγάλο ζήτημα για το διαχωρισμό Κράτους και Εκκλησίας» έκανε, σε ραδιοφωνική του συνέντευξη, στον «105,5 στο Κόκκινο», ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Γιάννης Δρόσος, υποστηρίζοντας ότι το θέμα της εκκλησιαστικής περιουσίας «είναι ίσως το πιο σύνθετο ζήτημα έγγειας περιουσίας στην Ευρώπη».

Σύμφωνα με τον καθηγητή, «αφορά σε πολύ μεγάλο βαθμό περιουσία που βρίσκεται στις λεγόμενες “νέες χώρες”, περιοχές που αποκτήσαμε μετά από τους Βαλκανικούς Πολέμους, όπου η διαδοχή του κράτους δεν έλυσε αυτόματα το ζήτημα της διαδοχής της ιδιοκτησίας των εκεί κτημάτων».

Αναφορικά με τις αμφισβητήσεις, ο κ. Δρόσος υπογράμμισε ότι «έγινε προσπάθεια να λυθούν με πολλούς τρόπους και στον Μεσοπόλεμο και το 1939, αλλά και με μία πολύ μεγάλη προσπάθεια το 1952. Το αποτέλεσμα είναι ένα πάρα πολύ μεγάλο μπλέξιμο» και θύμισε «την προσπάθεια του ελληνικού κράτους επί Ανδρέα Παπανδρέου το 1995-1996 να θεωρήσει τη μοναστηριακή, περιουσία δημόσια, εκτός εάν τα μοναστήρια αποδείξουν το αντίθετο, που κατέρρευσε γιατί “έπεσε” στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».

Σύμφωνα με τον καθηγητή Συνταγματικού δικαίου «ο χωρισμός Κράτους και Εκκλησίας εκτός της συμβολικής και ιδεολογικής οπτικής, έχει και πρακτική πλευρά, όπου το τελευταίο μεγάλο κομμάτι της συγχώνευσης Κράτους και Εκκλησίας ήταν η περιαγωγή του κλήρου και των ιερέων περίπου σε κατάσταση δημόσιων υπαλλήλων».

Στο συγκεκριμένο θέμα ο κ. Δρόσος δήλωσε: «Αυτό φεύγει, έρχεται στα χέρια της Εκκλησίας. Αυτό έχει πολύ μεγάλη δυναμική. Οι δύο πλευρές είπαν ότι είναι τόσο μπλεγμένα αυτά τα θέματα που στην πραγματικότητα αυτή η περιουσία παραλύει. Έχοντας προφανώς και οι δύο πλευρές εκτιμήσει πού βρίσκεται η κάθε μία, είπαν “θα κάνουμε μία εκμετάλλευση μισά-μισά, και κανένα θέμα διενέξεων μεταξύ μας”».

«Από όσα ακούσαμε», διευκρίνισε εξάλλου ο κ. Δρόσος, η συμφωνία «αναφέρθηκε μόνο στην περιουσία που ρυθμίστηκε το 1952 και όχι στην περιουσία μοναστηριών, του Αγίου Όρους, του Παναγίου Τάφου και τα μετόχια» και σημείωσε ότι «γίνεται ένας πάρα πολύ ουσιαστικός διαχωρισμός τελικά».

Αναφερόμενος στο Σύνταγμα, ο καθηγητής, προσέθεσε, στη συνέντευξή του, ότι «μένει στην πρόταση το Σύνταγμα ως έχει, η επίκληση του “θείου”, όπου και το Συμβούλιο της Επικρατείας σε ανύποπτο χρόνο -με εισήγηση πιστού και θρησκευόμενου δικαστή- διαπίστωσε ότι η φράση αυτή του Συντάγματος έχει διαπιστωτικό χαρακτήρα και όχι κανονιστικό».

Σε άλλο σημείο μάλιστα, ο κ. Δρόσος προσέθεσε ότι για το άρθρο 3 και την αναθεώρησή του, «τα πράγματα είναι απλά: ή θα αρχίζει το Σύνταγμα λέγοντας “στο όνομα του ελληνικού λαού” ή θα αρχίζει έτσι όπως αρχίζει, με την μνεία που πρότεινε ο πρωθυπουργός, με την οποία διευκρινίζει ακόμη περισσότερο αυτό που έχει διευκρινίσει το ΣτΕ.

Το κράτος μας κάνει ένα βήμα προς αυτό που έχουν όλα τα ευρωπαϊκά κράτη, τη θρησκευτική ουδετερότητα. Είναι μία λύση που προσιδιάζει στη συνταγματική μας ταυτότητα χωρίς να φαλκιδεύει καθόλου τη δημοκρατική ταυτότητα ενός ευρωπαϊκού κράτους όπως είμαστε εμείς. Το άρθρο 3 δεν θα έχει καμία μεγάλη πρακτική συνέπεια, αποτυπώνει την αλήθεια και την εξέλιξη».

Την ίδια ώρα, κατά τον κ. Δρόσο, «ο γάμος εδώ και πολλές δεκαετίες δεν συνδέεται με την Εκκλησία αναγκαστικά. Στις ταυτότητες διαχωρίστηκε το πράγμα. Στο σύμφωνο συμβίωσης ατόμων του ιδίου φύλου, και εκεί διαχωρίστηκε. Η παρούσα κυβέρνηση και η πλειοψηφία της Βουλής είναι η πρώτη -από όσο γνωρίζω- που ορκίστηκε στην τιμή και την υπόληψή της. Αν έχετε την ατυχία να σας καλέσουν να καταθέσετε ως μάρτυρας, θα σας ρωτήσουν εάν θέλετε στο Ευαγγέλιο ή στην τιμή και την υπόληψή σας».

Ο κ. Δρόσος επανέλαβε, επίσης, ότι «το μόνο μεγάλο θέμα που είχε μείνει, ήταν η ρύθμιση της περιουσίας και ταυτόχρονα το ζήτημα των κληρικών. Οι κληρικοί δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι και δεν το θέλει η Εκκλησία. Από εκεί και πέρα την οικονομική διαρρύθμιση θα την βρει κανείς, αν και δεν θα είναι “παιχνιδάκι”», όπως προέβλεψε.

Τέλος, σχολιάζοντας τη στάση της αντιπολίτευσης, ο ίδιος είπε ότι θα περίμενε πιο μεγαλόψυχη αντιμετώπιση από τις άλλες πολιτικές δυνάμεις.

«Δεν θέλω να κάνω πολεμική στη ΝΔ, αλλά αφού επί της ουσίας συμφωνούν, ας πουν αυτή τους τη συμφωνία με την μεγαλοσύνη καρδιάς που έδειξε προς όλους ο αρχιεπίσκοπος, όχι με την μικρότητα ψυχής που επέλεξαν», είπε χαρακτηριστικά.

Πηγή:  iefimerida.gr

Ακολουθήστε το Entospolis στο Facebook